Συζητούν το σύστημα πρόσβασης
Τα αποτελέσματα έρευνας φανερώνουν ότι τυχόν αντικατάσταση του υφιστάμενου συστήματος πρόσβασης με ένα σύστημα που θα στηρίζεται στους σχολικούς βαθμούς, θα δημιουργεί προβλήματα στην επιλογή των υποψηφίων
Εγκαινιάζεται τη Δευτέρα και επίσημα ο διάλογος για την εισαγωγή ενός νέου συστήματος πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Σχετική πρόσκληση στάλθηκε εδώ και μερικές μέρες σε όλα τα εμπλεκόμενα με την Παιδεία μέρη, στην οποία αναφέρεται ότι το θέμα θα τεθεί σε κοινή συνεδρία των Συμβουλίων Δημοτικής-Μέσης και Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Στην εν λόγω συνεδρία, το Υπ. Παιδείας θα αναμένει από τα μέλη των Συμβουλίων Δημοτικής-Μέσης και Ανώτατης Εκπαίδευσης να καταθέσουν τις απόψεις τους όσον αφορά την εισαγωγή ενός νέου συστήματος πρόσβασης, ενώ κατά τη διάρκειά της θα παρουσιαστούν και τα αποτελέσματα έρευνας/αξιολόγησης του υφιστάμενου συστήματος πρόσβασης των παγκύπριων εξετάσεων από τον αναπληρωτή καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου, Λεωνίδα Κυριακίδη. Σημειώνεται ότι την έρευνα για το υφιστάμενο σύστημα εισδοχής στα δημόσια πανεπιστήμια διενήργησε πενταμελής επιτροπής, η οποία διορίστηκε από το Υπ. Παιδείας, με στόχο να διατυπωθούν εισηγήσεις για βελτίωσή του. Στη συνεδρία της Δευτέρας αναμένεται να παρουσιαστούν τα αποτελέσματα της πρώτης φάσης, καθώς η έρευνα βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν πάντως στοιχεία τα οποία φανερώνουν ότι αντικατάστασή του υφιστάμενου συστήματος με ένα σύστημα που θα στηρίζεται στους σχολικούς βαθμούς, θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα στην επιλογή των υποψηφίων. Τα αποτελέσματα κοινοποιήθηκαν ήδη στα μέλη των Συμβουλίων Παιδείας.
Η έρευνα
Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας, η επιτροπή έλαβε υπόψη ότι το υφιστάμενο σύστημα εισδοχής στα δημόσια πανεπιστήμια αναμένεται να εξυπηρετεί το συγκριτικό σκοπό της αξιολόγησης και να μπορεί να επιλέγει τους υποψηφίους που έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να έχουν επαρκή ακαδημαϊκή πορεία στο πανεπιστήμιο και να αποφοιτήσουν με τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Έτσι, η επιτροπή εξέτασε τη διακριτική ικανότητα του συστήματος και την προβλεπτική εγκυρότητά του. Ταυτόχρονα, σύγκρινε τις δύο αυτές ιδιότητες του υφιστάμενου συστήματος (δηλαδή, του βαθμού πρόσβασης που προκύπτει από τις παγκύπριες εξετάσεις) με τις ιδιότητες που έχουν σήμερα οι σχολικοίβαθμοί. Σημειώνεται ότι για τους σκοπούς της έρευνας χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα που αφορούν στις επιδόσεις των αποφοίτων των σχολικών ετών 2005-2006 και 2006-2007.
Τα αποτελέσματα
Η έρευνα της επιτροπής κατέδειξε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
*Ο βαθμός πρόσβασης προβλέπει μια σειρά από μεταβλητές που αναφέρονται στην ακαδημαϊκή επιτυχία των φοιτητών του Πανεπιστημίου Κύπρου και του ΤΕΠΑΚ που ήταν τελειόφοιτοι τις δύο χρονιές που καλύπτει η έρευνα. Συγκεκριμένα, ο βαθμός πρόσβασης προβλέπει σε στατιστικά σημαντικό βαθμό: α) το μέσο όρο της βαθμολογίας των φοιτητών στο πανεπιστήμιο, β) τον αριθμό μαθημάτων στα οποία απέτυχαν κατά τη φοίτησή τους στο πανεπιστήμιο, γ) τη δυνατότητα των φοιτητών να επαναλάβουν επιτυχώς μαθήματα στα οποία αρχικά είχαν αποτύχει και δ) την πιθανότητα να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους.
*Αντίθετα, με τη χρήση πολυεπίπεδης μεταβλητής ανάλυσης φάνηκε ότι ο μέσος όρος των σχολικών βαθμών (που προκύπτει από τους βαθμούς των τριών τριμήνων της Γ΄ Λυκείου) δεν προβλέπει σε στατιστικά σημαντικό βαθμό καμιά από τις πιο πάνω μεταβλητές.
*Εξετάζοντας τη διακριτική δυνατότητα των σχολικών βαθμών, φάνηκε ότι ήταν ιδιαίτερα χαμηλή. Αρχικά, φάνηκε ότι μεγάλος αριθμός μαθητών εμφανίζεται να έχει ιδιαίτερα υψηλούς βαθμούς. Για παράδειγμα, το 4% των αποφοίτων είχαν βαθμολογία σχεδόν ίση με 20 (ίση ή μεγαλύτερη του 19,75).
*Χρησιμοποιώντας το γενικό βαθμό του απολυτηρίου φάνηκε ότι είναι πρακτικά αδύνατο να γίνει κατανομή υποψηφίων στις περισσότερες σχολές και στα τμήματα λόγω ισοβαθμιών. Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε και στις δύο χρονιές. Ενδεικτικά είναι τα ακόλουθα παραδείγματα που αφορούν στο σχολικό έτος 2006-2007:
Α) Δεν θα ήταν δυνατή η επιλογή υποψηφίων για το τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, αφού για τις τελευταίες δύο θέσεις ισοβαθμούσαν 9 άτομα (με βαθμό 19.67).
Β) Δεκαέξι υποψήφιοι του τμήματος Μαθηματικών και Στατιστικής του Πανεπιστημίου Κύπρου θα διεκδικούσαν με ίση βαθμολογία τις τελευταίες τρεις θέσεις του τμήματος αυτού.
Γ) Δύο υποψήφιοι με γενικό βαθμό απολυτήριου 20 θα διεκδικούσαν τη μοναδική θέση του Τμήματος Στρατολογίας (Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων) που ήταν διαθέσιμη το σχολικό έτος 2006-2007.
*Σε περιπτώσεις που ήταν δυνατή η επιλογή υποψηφίων με βάση τους σχολικούς βαθμούς παρατηρήθηκε ότι ένα σημαντικό ποσοστό μαθητών που εξασφάλισαν θέση μέσω των παγκύπριων εξετάσεων, δεν θα εξασφάλιζαν θέση με βάση τους σχολικούς τους βαθμούς. Για παράδειγμα, το 37% των υποψηφίων που εξασφάλισαν θέση σε μια από τις ιατρικές σχολές της Ελλάδας το 2005-2006, δεν θα επιλέγονταν. Επίσης, φάνηκε ότι σημαντικό ποσοστό μαθητών που θα ευνοούνταν, προέρχονταν από συγκεκριμένα σχολεία. Για παράδειγμα, από τους 8 μαθητές ενός σχολείου που δήλωσαν την Ιατρική ως πρώτη προτίμηση και δεν εξασφάλισαν θέση, οι 4 θα επιλέγονταν αν κριτήριο επιλογής ήταν οι σχολικοί βαθμοί.
Προβληματικοί οι βαθμοί
Τα πιο πάνω αποτελέσματα, σύμφωνα με την επιτροπή, δείχνουν ότι το υφιστάμενο σύστημα επιλογής υποψηφίων έχει ικανοποιητικούς δείκτες διακριτικότητας και προβλεπτικής εγκυρότητας, ενώ αντικατάστασή του με ένα σύστημα που θα στηρίζεται στους σχολικούς βαθμούς, φαίνεται να δημιουργεί προβλήματα στην επιλογή των υποψηφίων. Ακόμη, τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι το νέο σύστημα θα χαρακτηρίζεται από χαμηλή προβλεπτική εγκυρότητα. Τέλος, στο σύστημα αυτό θα παίζουν καθοριστικό ρόλο παράγοντες ανεξάρτητοι της ικανότητας/επίδοσης των υποψηφίων, όπως το σχολείο στο οποίο φοιτούν. Το αποτέλεσμα αυτό, προσθέτει η επιτροπή, μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι η αξιολόγηση του μαθητή από τον εκπαιδευτικό αναμένεται να εξυπηρετεί διαφορετικό σκοπό από το συγκριτικό και άρα οιβαθμοί διαφορετικών σχολείων δεν αναμένεται να είναι άμεσα συγκρίσιμοι.
Δεύτερη φάση
Σε ό,τι αφορά στη δεύτερη φάση της έρευνας, η οποία διεξάγεται αυτή την περίοδο, έχει σκοπό να μελετήσει σε βάθος το υφιστάμενο σύστημα και να εντοπιστούν τρόποι βελτίωσής του. Συγκεκριμένα, η επιτροπή επιχειρεί να εντοπίσει τρόπους βελτίωσης του καταρτισμού των δοκιμίων και της βαθμολόγησής τους. Σε ό,τι αφορά στον καταρτισμό των δοκιμίων, θα εντοπιστούν ερωτήσεις που είναι ψυχομετρικά λιγότερο κατάλληλες από άλλες, ενώ τα στοιχεία αυτά θα παρουσιάζονται σε σεμινάρια επιμόρφωσης των θεματοθετών, ώστε να βελτιώνεται συνεχώς η ποιότητα των δοκιμίων. Αξίζει, τέλος, να αναφερθεί ότι η επιτροπή διεξήγαγε πιλοτική έρευνα και για να εξετάσει τη δυνατότητα βαθμολόγησης των δοκιμίων σε διάφορα βαθμολογικά κέντρα ανά την Κύπρο με τη χρήση τεχνολογίας. Τα αποτελέσματα της πιλοτικής έρευνας ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά και η επιτροπή ανέλαβε τη διεξαγωγή έρευνα μεγάλης κλίμακας για το βαθμό, στον οποίο το προτεινόμενο σύστημα διόρθωσης θα συμβάλει στη βελτίωση των ψυχομετρικών ιδιοτήτων των παγκύπριων εξετάσεων.
ΓΕΩΡΓΙΑ ΨΑΡΙΑ
Κωδικός άρθρου: 921468
ΠΟΛΙΤΗΣ - 08/01/2010, Σελίδα: 21
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου